action Greek - Persian
1.
-
Greekεπεξεργάζομαι, κατεργάζομαι
2.
-
Persianکامل
3.
4.
5.
-
Greekδιακόπτω
6.
-
Greekσυμπεριφορά
7.
8.
-
Persianپاسیو
9.
-
Greekαπόσταση
10.
-
Greekθαρραλέος
11.
-
Greekερεθισμός
12.
-
Greekδολιοφθορά
13.
14.
-
Persianرویداد
15.
16.
-
Greekμετασχηματίζω
17.
-
Greekηθικός
18.
-
Greekανθίσταμαι
-
Greekαντιστέκομαι, ανθίσταμαι
-
Persianneeded
19.
-
Greekπράξη
20.
-
Greekιδιοτροπία
-
Persianبلهوسیدمدمیمزاجی
21.
-
Greekβλέμμα
22.
-
Greekχρέος
23.
-
Greekcheckκαθιστώ ικανό
24.
-
Persianحدیث
25.
-
Greekχασμουρητό
-
Persianخمیازه
26.
-
Persianنقلی
27.
-
Persianپشتیبان
28.
29.
30.
-
Greekαρχή
31.
-
Greekαποκερματισμός
32.
-
Greekβλέμμα
33.
-
Greekαναποφασιστικότητα
34.
35.
-
Greekσχέδιο
36.
-
Greekενεργοποιώ
-
Greekενεργοποιώ (
37.
-
Greekσενάριο
38.
-
Greekμετοχή
39.
-
Greekεξαφάνιση
40.
-
Persianآژانس
41.
-
Greekαρχή
42.
-
Greekασκώ
43.
-
Greekαντίμετρο
44.
45.
-
Greekπράξη
46.
-
Persianخودداری کردن
47.
-
Greekκόψιμο
48.
-
Greekαλληλεπίδραση
-
Greekαλληλεπίδραση
49.
50.
-
Greekχρονοτριβώ, καθυστερώ
51.
-
Greekκαλλιγραφία
-
Persianخوشنویسیخطاطی
52.
-
Greekηθικός
53.
-
Greekεισβολήεπιδρομή
54.
-
Greekδιάβρωση
55.
-
Greekεκδίκηση
-
Persianانتقام
-
Greekεκδικούμαι
56.
-
Greekτίμημα
English translator: Greek Persian action Eesti sõnaraamat Español Traductor Svenska Översättare