προς Greek - Korean
1.
2.
-
Greekβλέπω qualifier
-
Korean마주하다
3.
-
Greekβλέπω qualifier
-
Korean마주하다
4.
-
Greekσε σχέση με, εν σχέση προς
5.
-
Greekπρος τα δεξιά
6.
7.
8.
-
Greekεκείσε, προς τα εκεί
-
Korean거기
9.
-
Greekπρος τα εκεί, εκείσε
-
Korean저쪽
10.
-
Greekπρος τα πίσω
11.
-
Greekλήμμα προς επέκταση
12.
-
Greekπρος τα εμπρός
-
Korean앞
13.
-
Greekλέξη προς λέξη, επί λέξη, κατά λέξη
14.
-
Greekπρος τα πίσω
-
Greekπρος τα πίσω
-
Koreancheck거꾸로
15.
-
Greekπρος τα πίσω
-
Greekπρος τα πίσω
-
Koreancheck거꾸로
English translator: Greek Korean προς Eesti sõnaraamat Español Traductor Svenska Översättare