literally in other languages
-
Arabic
literally Arabic - Greek
1.
2.
-
Arabicفِرْقَة
-
Greekσυγκρότημα
3.
-
Greekγη
4.
-
Arabicمُخّ
-
Greekεγκέφαλος
-
Greekμυαλόιδιοφυΐα
-
Greekμυαλόνους
5.
-
Greekεπιχείρηση
6.
7.
8.
-
Greekανοιχτός
9.
-
Greekκοριός
10.
-
Arabicطَبِيبدُكْتُورحَكِيم
-
Greekιατρός
11.
12.
13.
-
Arabicالْوَلَدُ سُرّ أَبِيّهُ
-
Greekκατά μάνα κατά κύρη
14.
-
Greekμαλακίες, πούτσες
15.
-
Arabicبُرَازخَرَاء
-
Greekκακά
16.
-
Greekκατά γράμμα
17.
18.
19.
-
Arabicجَوْزَة
-
Greekξηρός καρπός
20.
-
Arabicغَزْل اَلْبَنَات
-
Greekμαλλί της γριάς
21.
-
Arabicمُنْتَقِل, مُتَنَقِّل
-
Greekκινητός
22.
23.
-
Greekαναβλύζω
24.
-
Arabicمَبْنَىدَار
-
Greekκτίριοκτίσμαοικοδομή
25.
26.
27.
-
Greekγενικός
28.
29.
30.
31.
-
Arabicالسَّاعَة وَالنِّصْف
-
Greekκαι μισή
32.
-
Greekγενικός
33.
-
Greekονείρωξη
34.
-
Arabicكَأْسفِنْجَان
-
Greekφλιτζάνικούπα
35.
36.
37.
-
Greekγαλοπούλα
38.
-
Arabicدَرَّجَ, تَخَرَّجَ
39.
-
Arabicخَيَال
-
Greekμυθιστόρημα
40.
-
Arabicلِأَنَّ
-
Greekδιότι, επειδή, γιατί
41.
-
Arabicتَسَافُدمُجَامْعَة
-
Greekσυνουσίασεξ
-
Arabicجِنْس
-
Greekφύλο
-
Greekσυνουσιάζομαι
42.
-
Greekάπειρο
43.
-
Greekψυχολογική αντοχή, ανθεκτικότητα
-
Greekεπανατακτικότητα, επαναπροσαρμοστικότητα, ελαστικότητα
44.
-
Arabicمَلَكَ, اِمْتَلَكَ, تَمَلَّكَ, usually no verb is used, prepositions: عِنْدَ, لِـ
-
Greekέχω
45.
-
Arabiccheckمُسْتَقِيم
46.
-
Arabicكَأْسفِنْجَان
-
Greekφλιτζάνικούπα
47.
-
Greekγενικός
48.
49.
-
Greekτηλεφώνημα
-
Arabicاتصل
-
Greekκαλώ, τηλεφωνώ
50.
-
Greekαφαιμάσσω qualifier
51.
52.
-
Arabicيُبَرِّد
53.
54.
-
Arabicكَان يَامَا كَان
55.
-
Greekτηλεφώνημα
-
Arabicاتصل
-
Greekκαλώ, τηλεφωνώ
56.
-
Greekγενικός
57.
58.
-
Arabicحَاضِنَة
59.
-
Greekπραγματικότητα
60.
-
Greekσανίδα
61.
-
Arabicنِهَايَة
-
Greekτέλοςτέρμα
62.
-
Arabicطَبِيبدُكْتُورحَكِيم
-
Greekιατρός
63.
-
Greekτηλεφώνημα
-
Arabicاتصل
-
Greekκαλώ, τηλεφωνώ
64.
-
Arabicبِسَبَب, بِحُكْم, بِهَدَفّ, بِفَضْل, عَنّ طَرِيق
-
Greekλόγω
65.
-
Greekκατά λέξη
66.
-
Greekτηλεφώνημα
-
Arabicاتصل
-
Greekκαλώ, τηλεφωνώ
67.
-
Arabicوَلِيْمَة
-
Greekγιορτήευωχία
68.
-
Greekγενικός
69.
70.
-
Greekκαριόλης, παλιογαμιόλης, παλιοπαπάρας, μαλάκας
71.
-
Arabicمَقْطَع لَفْظِيّ
-
Greekσυλλαβή
72.
-
Arabicأَرْضَى
-
Greekευχαριστώ, τέρπω, δίνω ευχαρίστηση
73.
74.
-
Arabicسَاعَة سَعِيدَة
75.
76.
77.
78.
79.
-
Arabicعَبْرَ
-
Greekκατά πλάτος
80.
-
Arabicدَجَاجَةدِجَاجَة
-
Greekκότα
81.
82.
-
Arabicقَبُوبَدْرُوم
-
Greekυπόγειο
83.
-
Arabicآسِفأَنَا آسِف
-
Greekσυγγνώμη
84.
-
Arabicمغسول بالأمواج
85.
86.
-
Arabicكُونْج فُو
87.
-
Arabicزَمِيل
-
Greekσυνάδελφος
88.
-
Arabicمُفِيد, نَافِع
-
Greekχρήσιμος
89.
-
Greekσυγκινητικός
90.
-
Arabicغَطْسَ, يقفز الى الماء
-
Greekκατάδυση
English translator: Arabic Greek literally Eesti sõnaraamat Español Traductor Svenska Översättare