status Norwegian - Greek
1.
-
Greekυπόσταση
-
Norwegianstatus
-
Greekκατάστασηκαθεστώς
2.
-
Greekκαιρός
3.
-
Greekκαθεστώςστάτους κβο
-
Greekκαθεστώςστάτους κβο
4.
-
Greekκοκότα
5.
-
Greekκατάσταση
6.
-
Greekεδαφικότητα
7.
8.
-
Greekυπηκοότητα
9.
-
Greekκατώτερος
10.
11.
12.
-
Greekσυντηρητικός
13.
-
Greekστρώμα
14.
-
Greekτόπος, θέση, περιοχή, τοποθεσία, μέρος, σημείο,
-
Norwegiansted
15.
-
Greekτόπος, θέση, περιοχή, τοποθεσία, μέρος, σημείο,
-
Norwegiansted
16.
17.
-
Greekγεια
-
Norwegianhallo, hei, god dag qualifierheisann
18.
19.
-
Greekεξυψώνω
20.
21.
-
Greekστερητικό σύνδρομο
22.
-
Greekθητεία
-
Greekμονιμότητα
23.
24.
-
Greekαποαποικιοποίηση
English translator: Norwegian Greek status Eesti sõnaraamat Español Traductor Svenska Översättare