lege Thai - Greek
1.
-
Greekνομοσχέδιο
-
Greekσυναλλαγματική
2.
-
Greekιατρός
-
Thaiหมอ, แพทย์, เวช
3.
-
Greekνομοσχέδιο
-
Greekσυναλλαγματική
4.
5.
-
Greekτροπολογία
6.
-
Greekπαράβαση
7.
-
Greekιατρός
-
Thaiหมอ, แพทย์, เวช
8.
-
Greekστρατιωτικός νόμος
-
Thaiกฎอัยการศึก
9.
-
Greekιατρόςγιατρός
-
Thaiหมอ
English translator: Thai Greek lege Eesti sõnaraamat Español Traductor Svenska Översättare