inter Thai - Greek
1.
-
Greekκαταλαβαίνω, κατανοώ
-
Thaiเข้าใจทราบ
2.
-
Greekσυνομιλητής
3.
4.
-
Greekμεταξύ
5.
-
Greekιντερλούδιο
6.
-
Greekδιεπιστημονικός
7.
-
Greekδιαμοριακός
8.
9.
10.
11.
-
Greekδια-
12.
-
Thaineeded
13.
-
Greekαλληλεπίδραση
-
Greekαλληλεπίδραση
14.
-
Greekδιαλειτουργικότητα
-
Greekδιαλειτουργικότητα
15.
-
Greekδιότιγιατί
-
Thaiเพื่อ
-
GreekAncient: qualgrc
-
Thaiเป็นเวลา
16.
-
Greekδιότιγιατί
-
Thaiเพื่อ
-
GreekAncient: qualgrc
-
Thaiเป็นเวลา
17.
-
Greekδιαλείπωνσποραδικός
18.
-
Greekενδιάμεσος
-
Greekενδιάμεσος
-
Greekμεσολαβητής
-
Greekμεσολαβώ
19.
-
Greekδιεπαφή
-
Greekδιεπαφή
-
Greekδιεπαφή
-
Greekφέρω σε διεπαφή, διεφάπτω
-
Greekέχω διεπαφή με, διεφάπτομαι με
20.
-
Greekδιεθνής
21.
-
Greekσυνυφαίνω
22.
-
Greekδιαστρικός
-
Greekδιαστρικός
23.
-
Thaineeded
24.
-
Greekδιεθνής
25.
26.
-
Greekενδοφάση
27.
-
Greekδιεθνής
28.
-
Greekερμηνεύω
-
Greekερμηνεύω
-
Greekδιερμηνεύω
-
Thaiแปล
29.
-
Greekσπλάγχνα
30.
31.
-
Greekδιεμπλέκω
32.
-
Greekαλληλεξάρτηση
33.
-
Greekμεσολαβώ
34.
35.
-
Greekαποκρυπτογραφώ
36.
-
Greekθάβω, ενταφιάζω
37.
-
Greekδιαγαλαξιακός
English translator: Thai Greek inter Eesti sõnaraamat Español Traductor Svenska Översättare