atom Thai - Greek
1.
-
Greekυποατομικός
2.
-
Greekπυρηνικός
-
Thaiปรมาณู
-
Thaiระเบิดปรมาณู
3.
-
Greekυποατομικό σωματίδιο
4.
-
Greekφθινόπωρο
-
Thaiฤดูใบไม้ร่วง
5.
6.
7.
-
Greekμοριακό βάρος
8.
-
Greekαιθέρας
9.
-
Greekοξυγόνο
10.
-
Greekατομική βόμβα
11.
-
Greekφθινόπωρο
-
Thaiฤดูใบไม้ร่วง
12.
-
Greekατομικός αριθμός
13.
-
Greekγραφένιο
14.
-
Greekδιοξείδιο
15.
-
Greekομοιοπολικός δεσμός
16.
17.
-
Greekκρύσταλλος
-
Thaiผลึก
18.
-
Greekιόν
19.
-
Thaiระเบิดนิวเคลียร์
20.
-
Greekπυρήνας
21.
22.
-
Greekσωματίδιο
23.
24.
-
Greekκρυσταλλογραφία
25.
26.
-
Greekπυρηνικός
-
Thaiปรมาณู
-
Thaiระเบิดปรมาณู
27.
-
Greekισότοπο
28.
-
Greekδιοξείδιο
29.
-
Greekκυκλικός
30.
-
Greekμονοξείδιο
31.
-
Greekσχάση
32.
-
Greekαλυσιδωτή αντίδραση
33.
-
Greekακόρεστος
English translator: Thai Greek atom Eesti sõnaraamat Español Traductor Svenska Översättare