literal Kwak'wala - Greek
1.
-
Greekκατά γράμμα
2.
-
Greekιερός πόλεμος
3.
4.
-
Greekάντε γαμήσου
-
Greekάντε γαμήσου
5.
-
Greekκαριόλης, παλιογαμιόλης, παλιοπαπάρας, μαλάκας
6.
-
Greekπαντρεύω
7.
-
Greekσαπουνόπερα
8.
-
Greekκυριολεκτικά, κατά γράμμα
9.
-
Greekειρωνεία
10.
-
Greekεφαρμογήχρήση
11.
-
Greekπόρνη
12.
-
Greekμεταφορικός
13.
-
Greekπτεροδάκτυλος
English translator: Kwak'wala Greek literal Eesti sõnaraamat Español Traductor Svenska Översättare