curt Kwak'wala - Greek
1.
-
Greekαπότομος
2.
-
Greekαυλή
-
Greekαυλή
-
Greekδικαστήριο
-
Greekδικαστήριο
3.
-
Greekαυλή
-
Greekαυλή
-
Greekδικαστήριο
-
Greekδικαστήριο
4.
-
Greekαυλή
-
Greekαυλή
-
Greekδικαστήριο
-
Greekδικαστήριο
5.
-
Greekαυλή
-
Greekαυλή
-
Greekδικαστήριο
-
Greekδικαστήριο
6.
-
Greekαυλή
-
Greekαυλή
-
Greekδικαστήριο
-
Greekδικαστήριο
7.
-
Greekαπότομοςκοφτός
8.
-
Greekαυλή
-
Greekαυλή
-
Greekδικαστήριο
-
Greekδικαστήριο
9.
-
Greekαυλή
-
Greekαυλή
-
Greekδικαστήριο
-
Greekδικαστήριο
10.
-
Greekαυλή
-
Greekαυλή
-
Greekδικαστήριο
-
Greekδικαστήριο
English translator: Kwak'wala Greek curt Eesti sõnaraamat Español Traductor Svenska Översättare