medical Greek - Welsh
1.
-
Greekτραύμα
2.
-
Greekηλιασμός
3.
-
Greekφλεγμονή
4.
-
Greekθεραπεύω, γιατρεύω
5.
-
Greekδιάρροια, ευκοιλιότητα
-
Welshdolur rhydd
6.
-
Greekκακά
7.
-
Greekσπιρόμετρο
8.
-
Greekτσεκάπ
9.
10.
-
Greekονείρωξη
11.
-
Greekγρίπη
12.
-
Greekρώγα
13.
-
Greekοδοντίατρος
-
Welshdeintydd
14.
-
Greekθεραπεύω, γιατρεύω
15.
-
Greekσακχαρώδης διαβήτης
16.
-
Welshrheolydd calon
17.
-
Greekπαθολογική ανατομία
18.
19.
-
Greekηλεκτροπληξία
20.
-
Greekγλωσσικός
21.
-
Greekρέψιμο
22.
-
Greekστηθοσκόπιο
23.
24.
-
Greekαυνανισμός, qualifierel
25.
-
Greekεξέταση
26.
27.
-
Greekδιακορεύω
28.
-
Welshclefyd y gwair
29.
30.
-
Greekαγγειογραφία
31.
-
Greekιατρογενής
32.
-
Greekκάμψη
33.
-
Greekδιάσειση
34.
35.
-
Greekοστεοπενία
36.
-
Greekθεωρία
37.
-
Greekαφαίμαξη
38.
-
Greekσυγγενής
39.
-
Greekκλινική
40.
-
Greekέκτακτη ανάγκη
41.
-
Greekκόπρανα
42.
-
Greekκαθετήρας
English translator: Greek Welsh medical Eesti sõnaraamat Español Traductor Svenska Översättare