συμπεριφέρομαι Greek - Scottish gaelic
1.
-
Greekφέρομαι, συμπεριφέρομαι, μεταχειρίζομαι, αντιμετωπίζω, χειρίζομαι
2.
-
Greekσυμπεριφέρομαι
3.
-
Greekσυμπεριφέρομαι
4.
-
Greekσυμπεριφέρομαι
5.
-
Greekσυμπεριφέρομαι
6.
-
Greekσυμπεριφέρομαι
English translator: Greek Scottish gaelic συμπεριφέρομαι Eesti sõnaraamat Español Traductor Svenska Översättare