symptom Estonian - Greek
1.
-
Greekκρούσμαπεριστατικό
2.
-
Greekπαροξυσμός
3.
-
Greekκρούσμαπεριστατικό
4.
-
Greekαντένδειξη
5.
-
Greekκρούσμαπεριστατικό
6.
7.
-
Greekσυνδρομή
8.
-
Greekασκίτης
9.
-
Greekκρούσμαπεριστατικό
10.
-
Greekασθένεια
11.
-
Greekκρούσμαπεριστατικό
12.
-
Greekκρούσμαπεριστατικό
13.
-
Greekεπιφαινόμενο
14.
-
Greekρινόρροια
English translator: Estonian Greek symptom Eesti sõnaraamat Español Traductor Svenska Översättare